Μενού

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;

Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι πηγές της αλήθειας;
 
Αρχική σελίδα

«Αφού λοιπόν εγευμάτισαν, λέγει προς τον Σίμωνα Πέτρον ο Ιησούς, Σίμων Ιωνά, αγαπάς με περισσότερον τούτων; Λέγει προς αυτόν, Ναι, Κύριε, συ εξεύρεις ότι σε αγαπώ» (Ιωάννης, κα΄:15)

O συγκεκριμένος διάλογος έλαβε χώρα μετά την ανάσταση του Κυρίου. Τότε με πρωτοβουλία του Πέτρου, ορισμένοι μαθητές είχαν πάει για ψάρεμα και όλη την νύκτα δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι. Το πρωί βρέθηκε στον αιγιαλό ο Κύριος Ιησούς και είπε στους μαθητές Του να ρίξουν τα δίκτυα στα δεξιά του πλοίου και αφού αυτοί τα έριξαν έπιασαν πολλά ψάρια. Ο Ιωάννης κατάλαβε ότι ήταν ο Κύριος και στη συνέχεια ο Πέτρος κολυμπώντας και οι υπόλοιποι μαθητές με το πλοίο, πήγαν να συναντήσουν τον Κύριο, ο οποίος είχε μια ανθρακιά με ψάρι και ψωμί. Όταν ήταν όλοι μαζί ο Κύριος τους έδωσε να φάνε το ψωμί και το ψάρι και παρόλο που  κανένας δεν τολμούσε να Τον ρωτήσει, όλοι είχαν καταλάβει ότι ήταν ο αναστημένος Κύριος. Μετά το γεύμα ο Κύριος Ιησούς ρώτησε  ενώπιον όλων τον απόστολο Πέτρο αν τον αγαπάει ‘περισσότερον τούτων’. Λέγοντας ‘τούτων’ πιστεύουμε ότι ο Κύριος εννοούσε οτιδήποτε αγαπούσε ο Πέτρος, όπως π.χ. συγγενικά πρόσωπα, φίλους, περιουσιακά στοιχεία, επάγγελμα και ασχολίες. Ο Κύριος τον ρώτησε τρεις φορές και ο Πέτρος του απάντησε και στις τρεις φορές ότι τον αγαπάει. Ο Κύριος μετά από κάθε καταφατική απάντηση του Πέτρου, του έλεγε: ‘Βόσκε τα αρνία μου’, ‘Ποίμαινε τα πρόβατά μου’,‘Βόσκε τα πρόβατά μου’, θέλοντας, όπως πιστεύουμε, να του δείξει με τι συνδέεται η ειλικρινής αγάπη του σ’ Αυτόν (Ιωάννης, κα΄:1-17).

Μέσα στο λόγο του Θεού διαβάζουμε πως αυτή η περίσσεια της αγάπης που ήθελε ο Κύριος από τον Πέτρο αφορά και εμάς και γενικά τον καθένα που θέλει να ακολουθήσει τον Ιησού Χριστό. Αναφέρουμε σχετικά: «Όστις αγαπά πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού∙ και όστις αγαπά υιόν ή θυγατέρα υπέρ εμέ, δεν είναι άξιος εμού. Και όστις δεν λαμβάνει τον σταυρόν αυτού, και ακολουθεί οπίσω μου, δεν είναι άξιος εμού. Όστις εύρη την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν∙ και όστις απολέση την ζωήν αυτού δι’ εμέ, θέλει ευρεί συτήν» (Ματθαίος,ι΄:37-39).

Ο Κύριος Ιησούς θέτει μια ιεραρχία λέγοντας ότι η αγάπη μας προς Αυτόν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από εκείνη που έχουμε προς τα συγγενικά πρόσωπα.  Το να έχουμε τον Κύριο στην πρώτη θέση στην καρδιά μας, είναι κάτι που μας συμφέρει και δεν σημαίνει ότι ο Θεός δεν αγαπάει τους συγγενείς μας. Αντίθετα, αν αγαπάμε πάνω απ’ όλα τον Θεό, τότε ο Θεός που είναι αγάπη θα μας γεμίζει με την ανεξάντλητη αγάπη Του, ώστε να αγαπάμε σωστά όχι μόνο τους οικείους μας αλλά και τους εχθρούς μας. Όση περισσότερη επαφή έχουμε με τον Θεό τόση περισσότερη αγάπη θα έχουμε προς Αυτόν και προς όλους. Η δε επαφή με το Θεό, για τον αναγεννημένο χριστιανό, πραγματοποιείται βασικά μέσω της υγιαίνουσας διδασκαλίας του λόγου του Θεού από τους ανθρώπους που έχει θέσει ο Θεός, μέσω της συναναστροφής με τα εν Χριστώ αδέλφια, με τη συμμετοχή  στη Θεία Κοινωνία του σώματος και αίματος του Κυρίου και μέσω των εν Πνεύματι Αγίω προσευχών (Πράξεις, β΄:42).

Υπάρχουν παραδείγματα μέσα στην Γραφή από ανθρώπους που έδειξαν εμπράκτως ότι αγαπούσαν πάνω από όλους και όλα τον Θεό και ευλογήθηκαν για αυτή τους την επιλογή. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι ο Αβραάμ που δοκιμάστηκε σκληρά από  τον Θεό, όταν του ζήτησε να θυσιάσει τον γιό του τον μονογενή. Ο Αβραάμ δεν αντέδρασε προς τον Θεό, ούτε έφερε αντίρρηση, αλλά ετοίμασε το ζώο του για το ταξίδι, πήρε τα ξύλα για το ολοκαύτωμα, πήρε και δυο δούλους μαζί με τον γιό του και προχώρησαν οδό τριών ημερών μέχρι το βουνό Μοριά.  Όταν έφτασε κοντά στο τόπο της θυσίας, πήρε τον γιό του, τα ξύλα και το μαχαίρι και είπε στους δούλους του να περιμένουν μέχρι να επιστρέψουν. Τα ξύλα τα φόρτωσε στον Ισαάκ και εκείνος πήρε την φωτιά και το μαχαίρι. Ο Ισαάκ βλέποντας ότι λείπει το ζώο, ρώτησε τον πατέρα του πού είναι το πρόβατο για το ολοκαύτωμα. Ο Αβραάμ του είπε ότι ο Θεός θα προβλέψει πρόβατο για το ολοκαύτωμα. Μόλις έφτασαν στον τόπο, ο Αβραάμ έφτιαξε το θυσιαστήριο, έβαλε τα ξύλα και μετά έβαλε πάνω τους τον Ισαάκ το οποίο και τον έδεσε πάνω σε αυτά και όταν πήρε το μαχαίρι  να σφάξει τον γιό του τότε του φώναξε  άγγελος Κυρίου και του είπε να μην κάνει κακό στο παιδί γιατί τώρα γνώρισε ο Θεός ότι ο Αβραάμ Τον φοβάται, επειδή δεν λυπήθηκε τον υιό του τον μονογενή για Αυτόν. Μετά από λίγο ο Αβραάμ είδε πίσω του ένα κριάρι εγκλωβισμένο από τα κέρατά του σε ένα πυκνόκλαδο φυτό, το οποίο και πήρε και το θυσίασε αντί του γιού του. Ο άγγελος μίλησε στον Αβραάμ για δεύτερη φορά και του είπε τα λόγια του Θεού, λέγοντας ότι ‘Ορκίστηκα στον εαυτό μου, λέει ο Κύριος, ότι επειδή έπραξες το πράγμα τούτο και δεν λυπήθηκες τον υιό σου τον μονογενή σου, ευλογών θα σε ευλογήσω και πληθύνων θα πληθύνω το σπέρμα σου σαν τα άστρα του ουρανού και σαν την άμμο που είναι κοντά στο χείλος της θάλασσας, και το σπέρμα σου θα κυριεύει τις πύλες των εχθρών σου και διαμέσου του σπέρματός σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης διότι υπάκουσες στην φωνή μου’. (Γένεσις, κβ΄:1-19).

Ο Θεός δεν είναι άδικος ώστε να ήθελε το θάνατο του Ισαάκ, αλλά δοκίμασε τον Αβραάμ. Ο Αβραάμ από την πλευρά του, δια πίστεως πέρασε επιτυχώς αυτή τη μεγάλη δοκιμασία. Θα μπορούσε να καταλογίσει στο Θεό το λιγότερο ασυνέπεια, από τη μία να του λέει ότι από τον Ισαάκ θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της Γης και από την άλλη να του ζητεί να τον θυσιάσει. Όμως ο Αβραάμ συλλογίστηκε  ότι ο Θεός μπορούσε να δώσει απογόνους στον Ισαάκ,  γιατί πίστεψε  ότι και από νεκρό μπορούσε να τον αναστήσει (Εβραίους,ια΄:18-19). Ο Αβραάμ απέδειξε ότι αγαπάει τον Θεό πιο πολύ από τον γιό του και για την πίστη του ο Θεός τον ευλόγησε και από το σπέρμα του, τον Ισαάκ, γεννήθηκε κατά σάρκα, ο Υιός του Θεού Ιησούς Χριστός.

Συνοψίζοντας λέμε ότι ο Θεός θέλει η αγάπη μας σ’ Αυτόν, να είναι πιο πάνω από τον εαυτό μας, από τα αγαπημένα μας πρόσωπα, από τα υπάρχοντά μας, από την δουλειά μας, από τις ανάγκες μας και από κάθε τι που μας περιβάλει. Αυτή την ιεραρχία θέλει ο Θεός να τη θέσουμε με ελευθερία και με προσωπική επιλογή και όχι με εξαναγκασμό. Βέβαια επειδή η καρδιά μας είναι απατηλή, μπορεί να νομίζουμε ότι αγαπάμε πάνω από όλα τον Θεό, χωρίς όμως αυτό στη πραγματικότητα να συμβαίνει. Γι’ αυτό ο Κύριος Ιησούς Χριστός, μας φανερώνει μέσα στο γραπτό λόγο του Θεού, την Καινή Διαθήκη, κάποια κριτήρια που φανερώνουν αν έχουμε ή όχι, σωστή αγάπη και πίστη στο Θεό.  Αναφέρουμε σχετικά:

«Δόξαν παρά ανθρώπων δεν λαμβάνω• αλλά σας εγνώρισα ότι την αγάπην του Θεού δεν έχετε εν εαυτοίς• …Πως δύνασθε σεις να πιστεύσητε, οίτινες λαμβάνετε δόξαν ο εις παρά του άλλου, και δεν ζητείτε την δόξαν την παρά του μόνου Θεού; »(Ιωάννης, ε΄:41,42,44).

«Εάν με αγαπάτε, τας εντολάς μου φυλάξατε» (Ιωάννης, ιδ΄:15).

«Εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και μισή τον αδελφόν αυτού, ψεύστης είναι• διότι όστις δεν αγαπά τον αδελφόν αυτού, τον οποίον είδε, τον Θεόν, τον οποίον δεν είδε πως δύναται να αγαπά;» (Α΄ Ιωάννου, δ΄:20).


Αν αγαπάμε τον Θεό πάνω από όλα, τότε θα  έχουμε και όλα τα ‘προς ζωή και ευσέβεια’ γιατί ο Θεός σαν καλός Πατέρας  αγαπάει και δίνει αγαθές δόσεις στα παιδιά Του. Αν όμως θέτουμε άλλα πράγματα πιο πάνω από τον Θεό, υπάρχει κίνδυνος να μη δεχθούμε την πρόσκληση του Θεού για την βασιλεία των ουρανών(Λουκάς,ιδ΄:16-20). Είναι προς συμφέρον μας να αγαπάμε τον Θεό πάνω από όλους και από όλα. Ο Κύριος, εφόσον το ζητάμε, μπορεί να κατευθύνει τις καρδιές μας, πρώτα απ’ όλα, στην  αγάπη του Θεού και στην προσδοκία του Χριστού. Αμήν!

 

 

«…Ο Θεός είναι αγάπη∙ και όστις μένει εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει, και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄ Ιωάννου, δ΄:16)

Πολλοί  άνθρωποι  συχνά λένε  ‘ο Θεός αγαπάει όλο τον κόσμο’ ή ότι ‘ο Θεός είναι μεγάλος’, γεγονός που δηλώνει ότι έχουν μέσα στη συνείδησή τους μια γενική πίστη στην αγάπη και παντοδυναμία του Θεού. Ο Θεός όντως μας αγαπάει και αυτό το απέδειξε στέλνοντας τον Υιό Του Ιησού Χριστό, για να σώσει τον κόσμο από τον αιώνιο θάνατο, δίνοντας αιώνια ζωή σ’ αυτούς που θα πιστέψουν σ’ Αυτόν.  Γνωρίζουμε όμως ότι ο Θεός δίνει και σήμερα αιώνια ζωή; Γνωρίζουμε ότι αν επικαλεστούμε το όνομα του Ιησού Χριστού θα σωθούμε; Οι ερωτήσεις αυτές πρέπει να πάρουν καταφατική απάντηση από τον καθένα μας προσωπικά. Γι’ αυτό καλό είναι να μην μένουμε στην θεωρία μόνο ότι ο Θεός είναι αγάπη αλλά να έχουμε προσωπική εμπειρία για την αγάπη του Θεού προς εμάς. Ο γραμμένος λόγος του Θεού στη Καινή Διαθήκη, μας φανερώνει ότι αυτή η εμπειρία ξεκινάει όταν γνωρίσει κάποιος τον αναστημένο Ιησού Χριστό, σαν προσωπικό του σωτήρα και Κύριο. Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή• ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού» (Ιωάννης, ιδ΄:6).

Επί πλέον ο Κύριος Ιησούς διευκρινίζει σ’ όσους νομίζουν  ότι με το να μελετούν μόνο τις γραφές έχουν ζωή, λέγοντας: «Ερευνάτε τας γραφάς, διότι σεις νομίζετε ότι εν αυταίς έχετε ζωήν αιώνιον• και εκείναι είναι αι μαρτυρούσαι περί εμού• πλην δεν θέλετε να έλθητε προς εμέ, διά να έχητε ζωήν.» (Ιωάννης, ε΄:39,40). Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος, δια Πνεύματος Αγίου τονίζει: «Διότι δεν αισχύνομαι το ευαγγέλιο του Χριστού∙ επειδή είναι δύναμις Θεού προς σωτηρίαν εις πάντα τον πιστεύοντα…» (Ρωμαίους,α΄:16). Έτσι για να επιτευχθεί η σωτηρία της ψυχής σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου πρέπει ο άνθρωπος, όχι μόνο να ακούσει ή να μελετήσει το γραμμένο λόγο του Θεού, αλλά να πιστέψει στον Ιησού Χριστό και να Τον επικαλεστεί να έρθει στη ζωή του. Τότε με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος πραγματοποιείται η αναγέννηση του ανθρώπου (Ιωάννης, γ΄:5). Δηλαδή «γεννιέται» ένας νέος πνευματικός άνθρωπος που μπορεί με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος να θανατώνει τις αμαρτωλές επιθυμίες του παλαιού σαρκικού ανθρώπου. Το αισθητό αποτέλεσμα της αναγέννησης είναι η ανακαίνιση της διάνοιας και ο καθαρισμός της πνευματικής καρδιάς, που δίνουν τη δυνατότητα στο χριστιανό να εννοεί και να θέλει να κάνει το θέλημα του Θεού.

Ο λόγος του Θεού φανερώνει ότι το θέλημα του Θεού είναι ο άνθρωπος αφού πιστέψει, να βαπτιστεί στο νερό (Μάρκος,ις΄:16), μιας και με το βάπτισμα γίνεται συγχρόνως μαρτυρία της αγαθής συνειδήσεως του πιστού (Α΄ Πέτρου, γ΄:21) και συνταφή του παλαιού του ανθρώπου στο θάνατο του Χριστού (Ρωμαίους, ς΄:4).

Η έκφραση  της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο μετά την αναγέννηση, συνεχίζεται με την βάπτιση στο Άγιο Πνεύμα. Ο Κύριος Ιησούς είπε στους μαθητές Του: ‘συμφέρει εις εσάς να απέλθω εγώ. Διότι εάν δεν απέλθω, ο Παράκλητος δεν θέλει ελθεί προς εσάς• αλλ' αφού απέλθω, θέλω πέμψει αυτόν προς εσάς’(Ιωάννης, ις΄:7 ),ενώ λίγο πριν αναληφθεί τους παρήγγειλε ‘να μη απομακρυνθώσιν από Ιεροσολύμων, αλλά να περιμένωσι την επαγγελίαν του Πατρός, την οποίαν ηκούσατε, είπε, παρ' εμού.  Διότι ο μεν Ιωάννης εβάπτισεν εν ύδατι, σεις όμως θέλετε βαπτισθή εν Πνεύματι Αγίω ουχί μετά πολλάς ταύτας ημέρας (Πράξεις, α΄:4). Η επαγγελία του Πατρός εκπληρώθηκε για πρώτη φορά την ημέρα της Πεντηκοστής, κατά την οποία βαπτίστηκαν στο Άγιο Πνεύμα οι απόστολοι του Κυρίου, η μητέρα Του, οι αδελφοί Του, συνολικά 120 πιστοί. Όταν ο απόστολος Πέτρος μίλησε στο πλήθος που συγκεντρώθηκε, σχετικά με το θαυμαστό αυτό γεγονός, ολοκληρώνοντας την ομιλία του τόνισε: ‘Μετανοήσατε, και ας βαπτισθή έκαστος υμών εις το όνομα του Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και θέλετε λάβει την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος. Διότι προς εσάς είναι η επαγγελία και προς τα τέκνα σας και προς πάντας τους εις μακράν, όσους αν προσκαλέση Κύριος ο Θεός ημών. (Πράξεις, β΄:39,40). Συνεπώς το βάπτισμα στο Άγιο Πνεύμα είναι και για όλους τους πιστούς που προσκαλεί σήμερα ο Κύριος και μαζί με την αναγέννηση αποτελούν τα μεγαλύτερα έργα αγάπης του Τριαδικού Θεού στους ανθρώπους που πιστεύουν. 

Υπάρχουν βέβαια φορές που η αγάπη του Θεού εκδηλώνεται με την μορφή της παιδείας. Δηλαδή αναγκάζεται ο Θεός να φέρει δύσκολες καταστάσεις στο παιδί Του με σκοπό την διόρθωση του. Αυτό συμβαίνει όταν ο αναγεννημένος χριστιανός βρίσκεται σε διαρκή αμαρτία και χωρίς να μετανοεί λαμβάνει αναξίως από του σώματος και αίματος του Κυρίου,  κατά τη Θεία Κοινωνία, που γίνεται κάθε Κυριακή. Διαβάζουμε σχετικά: «Διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων του σώμα του Κυρίου. Δια τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί. Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι. Αλλ’ όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Κυρίου, δια να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου» (Α΄ Κορινθίους, ια΄: 29-32). Με βάση τα εδάφια αυτά, όταν κάποιος αμαρτάνει και λαμβάνει αναξίως το σώμα και το αίμα του Κυρίου Ιησού, ο Θεός τον «παιδεύει» με σκοπό να τον φέρει σε επίγνωση του λάθους και να μετανοήσει ώστε να μην κατακριθεί την ημέρα της κρίσεως. Ο Κύριος έχει αγαθό σκοπό όταν επιτρέπει μια παιδεία και πίσω από την παιδεία  κρύβεται η αγάπη Του στα παιδιά Του.

Επίσης κάποιες δύσκολες καταστάσεις που επιτρέπει ο Θεός στα παιδιά Του, πάλι από αγάπη, έχουν σκοπό την πνευματική αύξησή τους. Έχουμε το παράδειγμα του Ιώβ, ο οποίος δοκιμάστηκε σκληρά. Έχασε την περιουσία του, τα παιδιά του που σκοτώθηκαν σε μια ημέρα και τελικά έχασε και την υγεία του. Όλα αυτά τα προξένησε   ο διάβολος όταν πήρε την άδεια του Κυρίου να τον πειράξει. Δεν υπάρχει παρόμοιο παράδειγμα σε όλη την Γραφή για μια τόσο μεγάλη δοκιμασία, αλλά ο Κύριος γνώριζε τον Ιώβ καλύτερα από όλους. Ο Ιώβ δεν τα έβαλε με τον Κύριο, ούτε Τον βλασφήμησε. Ο λόγος του Θεού γράφει ότι ο Θεός δεν θα μας αφήσει να πειραστούμε πάνω από τη δύναμή μας, αλλά μετά τον πειρασμό θα κάνει και την έκβαση ώστε να μπορούμε να το υποφέρουμε (Α΄ Κορινθίους,ι΄:13). Έτσι και έγινε στον Ιώβ. Ο Κύριος τον επισκέφτηκε, αποκατέστησε την υγεία του, του έδωσε πάλι 10 παιδιά, διπλασίασε την περιουσία του και πλέον ο Ιώβ κατάλαβε ότι ο Θεός τον οποίο λάτρευε είναι ένας ζωντανός Θεός και όσοι πιστεύουν και ελπίζουν σε αυτόν δεν θα ντροπιαστούν. Αυξήθηκε η πίστη του Ιώβ στον Θεό, έζησε ευλογημένος και πέθανε πλήρης ημερών. Έτσι οι όποιες δύσκολες καταστάσεις που επιτρέπει ο Θεός χωρίς να φταίμε, είναι μέσα στο σχέδιο της αγάπης του Θεού προς εμάς, για να μας αναβαθμίσει πνευματικά.

Τέλος επειδή η έννοια της αγάπης έχει διαστρεβλωθεί, αναφέρουμε το γραφικό ορισμό της ειλικρινούς αγάπης του ανθρώπου προς το Θεό :‘Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού• και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι.’ (Α΄ Ιωάννου,ε΄:3).
Να θυμόμαστε πάντα ότι ο Θεός είναι αγάπη και ‘
ότι πάντα συνεργούσι προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν’(Ρωμαίους, η:28). Αμήν!

 

 

   «…Δίδαξον ημάς να μετρώμεν ούτω τας ημέρας ημών, ώστε να προσκολλώμεν τας καρδίας ημών εις την σοφίαν» (Ψαλμός 90:12)
   « Επειδή λοιπόν ο Χριστός έπαθεν υπέρ ημών κατά σάρκα, οπλίσθητε και σεις το αυτό φρόνημα, διότι ο παθών κατά σάρκα έπαυσεν από της αμαρτίας,  διά να ζήσητε τον εν σαρκί επίλοιπον χρόνον, ουχί πλέον εν ταις επιθυμίαις των ανθρώπων, αλλ' εν τω θελήματι του Θεού.» (Α΄ Πέτρου,β΄:1,2)
   Το 2017 ήρθε. Ο καινούργιος χρόνος βρήκε πολλούς ανθρώπους σε σπίτια να ανταλλάσουν δώρα και ευχές με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, άλλους να διασκεδάζουν σε νυχτερινά κέντρα, άλλους  στις δουλειές τους, αλλά δυστυχώς βρήκε και πολλούς να δυστυχούν είτε σαν ασθενείς είτε σαν άνεργοι,  σαν άστεγοι και γενικότερα αντιμετωπίζοντας σοβαρά ατομικά, οικογενειακά και κοινωνικά προβλήματα.
   Βέβαια είναι πολύ καλό ο άνθρωπος να χαίρεται τις γιορτινές μέρες με τα αγαπημένα του πρόσωπα, αλλά θα είναι πολύ πιο καλό, αν δεν το έχει κάνει μέχρι σήμερα, να προσθέσει στη ζωή του το πιο  αγαπητό πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο Κύριος Ιησούς είναι πρόθυμος να μπει στο σπίτι μας και κυρίως στην καρδιά μας, γι’ αυτό μας προτρέπει να του ανοίξουμε την πόρτα λέγοντας: «Ιδού, ίσταμαι εις την θύραν και κρούω∙ εάν τις ακούση της φωνής μου, και ανοίξη την θύραν, θέλω εισέλθη προς αυτόν, και θέλω δειπνήσει μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού» (Αποκάλυψις,γ΄:20). Επί πλέον μας λέει «Εάν τις με αγαπά, τον λόγον μου θέλει φυλάξει, και ο Πατήρ μου θέλει αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν θέλομεν ελθεί, και εν αυτώ θέλομεν κατοικήσει» (Ιωάννης,ιδ΄:23). Από τα λόγια αυτά φαίνεται ότι ο Κύριος δεν αναγκάζει κανένα να Τον δεχθεί, αλλά θέλει η σχέση του με οποιονδήποτε άνθρωπο να βασίζεται στην απόλυτη ελευθερία, πίστη και αγάπη του ανθρώπου. Είναι για το πνευματικό μας συμφέρον να ανταποκριθούμε σ’ αυτή την  επίσκεψη του Κυρίου. Αν εμείς σήμερα ανοίξουμε την πόρτα της καρδιάς μας στον Ιησού Χριστό, ο Κύριος θα ανταποκριθεί κάνοντας αισθητή την παρουσία Του μέσα στον εσωτερικό μας άνθρωπο, καθαρίζοντας μας από αμαρτίες και ενοχές και ελευθερώνοντάς μας από πάθη και κακές επιθυμίες.
   Ένα γραφικό παράδειγμα ανθρώπου που ανταποκρίθηκε στη πρόσκληση του Κυρίου ήταν ο Ζακχαίος. Στο ευαγγέλιο του Λουκά διαβάζουμε πως ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης, πλούσιος και ήθελε πολύ να δει τον Ιησού Χριστό. Λόγω του ότι ήταν κοντός, ανέβηκε σε συκομουριά για να Τον δει μιας και θα περνούσε από αυτό το δρόμο. Μόλις ο Κύριος Ιησούς ήρθε κοντά του, είπε στον Ζακχαίο να κατέβει γιατί ήθελε να μείνει στο σπίτι του. Ο Ζακχαίος κατέβηκε αμέσως και υποδέχτηκε στο σπίτι του τον Κύριο με χαρά. Όλοι οι άλλοι που ήταν παρόντες γόγγυζαν, επειδή ο Κύριος πήγε να μείνει σε σπίτι αμαρτωλού ανθρώπου και αυτό διότι οι τελώνες είχαν φήμη πολύ αμαρτωλών ανθρώπων. Ο Ζακχαίος από μόνος του είπε στον Κύριο ότι τη μισή περιουσία του δίνει στους φτωχούς και αν συκοφάντησε κάποιον θα του δώσει τετραπλάσια. Ο Κύριος Ιησούς είπε προς αυτόν ότι έγινε σωτηρία στο σπίτι του, διότι ο Υιός του ανθρώπου (ο Ιησούς Χριστός) ήρθε να ζητήσει και να σώσει το απολωλός (Λουκάς,ιθ΄:1-10).
   Σ’ αυτή την ιστορία καλό είναι να κάνουμε κάποιες διδακτικές επισημάνσεις. Πρώτα σημειώνουμε το ζήλο και τη θέληση του Ζακχαίου να δει τον Ιησού Χριστό όπως και την άμεση ανταπόκριση του Κυρίου που απευθύνεται προσωπικά στον Ζακχαίο και του ζητάει να πάει στο σπίτι του. Στη συνέχεια αναφέρουμε την προθυμία του Ζακχαίου να δώσει τη μισή περιουσία του στους φτωχούς και να επιστρέψει τετραπλάσια σε όσους εκμεταλλεύτηκε, χωρίς ο Κύριος ούτε κανένας άλλος να τον αναγκάσει.  Ο Ζακχαίος μόλις γνώρισε τον Ιησού Χριστό, άλλαξε μέσα του και αυτό γιατί Τον δέχτηκε σαν Κύριο στη ζωή του. Τα έργα που εξήγγειλε ο Ζακχαίος αποδεικνύουν τη σωτηρία που ο Κύριος του έδωσε και πιστεύουμε ότι και ο ίδιος αυτό θα ομολογούσε στη μετέπειτα ζωή του.
   Όταν ο ίδιος ο Θεός θέλει να μας τιμήσει με την παρουσία του στον οίκο μας, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός θέλει να ξεκινήσει μια σχέση πνευματική μαζί μας. Θέλει να τον γνωρίσουμε σαν προσωπικό μας σωτήρα και να μάθουμε τι θέλει από εμάς ώστε όχι μόνο να μη χαλάσει αυτή η σχέση αλλά να βαίνει αυξανόμενη, όλα τα χρόνια της μαζί με το Χριστό επίγειας ζωής μας.
   Όταν ο Θεός έπλασε τους πρωτόπλαστους, τους επισκεπτόταν στον παράδεισο (Γένεσις, γ΄:8). Με την παρακοή των πρωτοπλάστων αυτή η επικοινωνία διακόπηκε με αποτέλεσμα την κυριαρχία της αμαρτίας και του μισθού αυτής που είναι ο θάνατος, στη ζωή των ανθρώπων. Για το Θεό, κάθε άνθρωπος λογίζεται πνευματικά νεκρός, όσα χρόνια ζει δούλος της αμαρτίας και αμετανόητος. Ο μόνος τρόπος για να αναστηθεί ένας άνθρωπος πνευματικά είναι να μετανοήσει για τις αμαρτίες του και να πιστέψει στον Ιησού Χριστό και το ευαγγέλιό Του. Μόνο τότε ο Πατέρας Θεός τον αναγεννάει πνευματικά και αρχίζει να έχει ουσιαστική σχέση μαζί του. Για επιβεβαίωση των προαναφερθέντων αναφέρουμε σχετικά εδάφια:
«ο Θεός όμως πλούσιος ων εις έλεος, διά την πολλήν αγάπην αυτού με την οποίαν ηγάπησεν ημάς, και ενώ ήμεθα νεκροί διά τα αμαρτήματα, εζωοποίησεν ημάς μετά του Χριστού• κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι• και συνανέστησε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις διά Ιησού Χριστού, διά να δείξη εις τους επερχομένους αιώνας τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού διά της προς ημάς αγαθότητος εν Χριστώ Ιησού. Διότι κατά χάριν είσθε σεσωσμένοι διά της πίστεως• και τούτο δεν είναι από σας, Θεού το δώρον• ουχί εξ έργων, διά να μη καυχηθή τις. Διότι αυτού ποίημα είμεθα, κτισθέντες εν Χριστώ Ιησού προς έργα καλά, τα οποία προητοίμασεν ο Θεός διά να περιπατήσωμεν εν αυτοίς.» (Εφεσίους, β΄:4-10)
   Υπάρχουν  παραδείγματα πολλών ανθρώπων, σ’ όλους  τους μετά Χριστό αιώνες μέχρι σήμερα, που ακολούθησαν τον Κύριο από τη στιγμή που τον γνώρισαν μέχρι τέλους και τον δόξασαν είτε με την άγια ζωή τους είτε με το μαρτυρικό τους θάνατο. Σε αυτή τη ζωή τα χρόνια μας είναι μετρημένα. Αυτό που μας ανήκει είναι το σήμερα και ακόμα ακριβέστερα το τώρα, όχι το μετά ούτε το αύριο. Ο Κύριος Ιησούς μας καλεί σε μια αιώνια ζωή μαζί Του και αυτή η κλήση γίνεται τώρα, όσον είμαστε ακόμα ζωντανοί. Ας δεχτούμε, όσοι δεν το κάναμε, τον Ιησού Χριστό να γίνει σήμερα Σωτήρας και Κύριος στην ζωή μας ώστε τα υπόλοιπα χρόνια της επίγειας ζωής μας να είναι χριστιανικά και κάποια μέρα όταν θα απεκδυθούμε το φθαρτό μας σκήνωμα, να επενδυθούμε το άφθαρτο ουράνιο και να εισέλθουμε στη βασιλεία των ουρανών για μια αιώνια ζωή μαζί Του.
    Ευχόμαστε το 2017 να είναι έτος γνωριμίας πολλών ψυχών με τον Ιησού Χριστό και σωτηρίας. Επιπλέον ευχόμαστε αυτή η γνωριμία και σωτηρία να παραμείνει σε όλη την επίγεια ζωή όλων όσων πιστεύουμε γιατί αν δεν την εργαστούμε ‘μετά φόβου και τρόμου’ θα κινδυνεύσουμε να τη χάσουμε. Γι’ αυτό όσοι γνωρίσαμε ή θα γνωρίσουμε τον Ιησού Χριστού σαν προσωπικό μας Σωτήρα, να πάρουμε το Ευαγγέλιό Του (Καινή Διαθήκη) στα χέρια μας, να μαθαίνουμε αυτά που θέλει ο Θεός από μας και να του ζητήσουμε χάρη και δύναμη να τα εφαρμόζουμε, ώστε τα χρόνια μας να είναι και πολλά αλλά κυρίως χριστιανικά. Αμήν!

 

 

«διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος» (Λουκάς,β΄:11)


Τα Χριστούγεννα όπως γνωρίζουμε, γιορτάζονται στις 25 Δεκεμβρίου. Από τη μια πλευρά, είναι όντως σημαντικό να θυμόμαστε τον Κύριο Ιησού ότι γεννήθηκε και ήρθε στον κόσμο για την σωτηρία μας, από την άλλη όμως όλη αυτή η εμπορικότητα που κυριαρχεί αυτή τη περίοδο κρύβει την ουσία της συγκεκριμένης ημέρας. Καλό είναι να δούμε την πνευματική σημασία της εορτής των Χριστουγέννων σύμφωνα με  το λόγο του Θεού.
Η σύλληψη του Κυρίου Ιησού έγινε δια Πνεύματος Αγίου. Αρχικά η μητέρα του Κυρίου Μαρία, ευαγγελίστηκε από τον άγγελο Γαβριήλ, ο οποίος της είπε πως βρήκε χάρη από τον Θεό και ότι θα γεννήσει υιό και θα Τον ονομάσει Ιησού. Η Μαρία δεν ήξερε με ποιο τρόπο θα γινόταν αυτό, διότι σαν αρραβωνιασμένη δεν είχε συζυγική σχέση με τον αρραβωνιαστικό της τον Ιωσήφ. Όταν ρώτησε τον άγγελο εκείνος της είπε πως Πνεύμα Άγιο θα την επισκεφτεί και δύναμη Θεού θα την επισκιάσει και γι’ αυτό το παιδί που θα γεννήσει, θα ονομαστεί Υιός Θεού. Η Μαρία μετά τα λεγόμενα του αγγέλου Γαβριήλ δέχτηκε να συλλάβει τον Κύριο Ιησού (Λουκάς,α΄:26-38). Στη συνέχεια ο Ιωσήφ βλέποντας την αρραβωνιαστικιά του Μαρία έγκυο, σκέφθηκε να την διώξει χωρίς να πάρει είδηση κανένας, διότι όπως ήταν φυσικό θεώρησε ότι τον απάτησε. Ενώ ο Ιωσήφ σκεφτόταν αυτά, ήρθε άγγελος Κυρίου σε όνειρο και του είπε να μη φοβηθεί να κρατήσει  την Μαρία για γυναίκα του γιατί το παιδί που είχε συλλάβει ήταν δια Πνεύματος Αγίου και ότι αυτό το παιδί θα σώσει το λαό από τις αμαρτίες τους. Ο Ιωσήφ πίστεψε στα λόγια του αγγέλου, κράτησε σαν γυναίκα του την Μαρία, αλλά δεν είχε συζυγική σχέση μαζί της μέχρι που γεννήθηκε ο πρωτότοκος γιος της,  τον οποίο ονόμασε Ιησού που σημαίνει Σωτήρας (Ματθαίος,α΄:18-25).
Ήταν σημαντική και σωτήρια η έλευση του Κυρίου Ιησού στον κόσμο. Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι ένα απλό ιστορικό πρόσωπο, αλλά ο Υιός του Θεού του ζώντος. Έτσι όπως η παρθένος Μαρία συνέλαβε δια του Αγίου Πνεύματος και γέννησε σαν άνθρωπο τον Υιό του Θεού,  με τον ίδιο τρόπο ο Κύριος θέλει να συλληφθεί  και να μορφωθεί, μέσα στον εσωτερικό άνθρωπο κάθε πιστού ανθρώπου, ώστε αυτός να ζήσει αιώνια μαζί Του.
Αυτό φανερώνουν τα λόγια του  Κυρίου στον Νικόδημο : «Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, δεν δύναται να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού» (Ιωάννης,γ΄:5). Σ’ αυτά ο Κύριος  μιλάει για μια γέννηση που επιτυγχάνεται μόνο δια του λόγου του Θεού ((Ρωμ.,α΄:16,Εφες., ε΄:26) και δια του Αγίου Πνεύματος. Ο Κύριος Ιησούς συνεχίζοντας αναφέρει: «Μη θαυμάσης ότι σοι είπον, Πρέπει να γεννηθήτε άνωθεν. Ο άνεμος όπου θέλει πνέει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλά δεν εξεύρεις πόθεν έρχεται, και που υπάγει∙ ούτως είναι πας όστις εγεννήθη εκ του Πνεύματος» (Ιωάννης, γ΄:7-8).
Δηλαδή η γέννηση που γίνεται από το Άγιο Πνεύμα, παρομοιάζεται με τον άνεμο που ακούς μεν τη βοή του και βλέπεις τα αποτελέσματά του, αλλά δεν γνωρίζεις από πού έρχεται και που πηγαίνει, έτσι και αυτός που έχει γεννηθεί από το Άγιο Πνεύμα, βλέπει τα αποτελέσματα της ενέργειας του Θεού στη ζωή του, αλλά δεν βλέπει τον τρόπο που αυτά πραγματοποιήθηκαν.
Μια τέτοια χαρακτηριστική γέννηση, που αναφέρεται στη Καινή Διαθήκη, την βίωσε ο απόστολος Παύλος. Ο απόστολος Παύλος  όσο αφορά την θρησκεία του ήταν Φαρισαίος, γνωστός στους αρχιερείς, από τους οποίους είχε λάβει εξουσία να διώκει την εκκλησία του Κυρίου Ιησού. Πολλούς μαθητές έβαζε στην φυλακή, έδινε ψήφο εναντίον τους όταν τους φόνευαν. Επίσης έμπαινε πολλές φορές σε συναγωγές και τιμωρώντας τους  μαθητές τους ανάγκαζε να βλασφημήσουν, η δε δράση του εναντίον τους έφθανε και σε απομακρυσμένες πόλεις. Όταν όμως πήγαινε από την Ιερουσαλήμ προς την Δαμασκό, για να συλλάβει μαθητές του Κυρίου, αυτός και οι συμπορευόμενοι είδαν φως από τον ουρανό υπερβαίνον την λαμπρότητα του ηλίου. Ενώ όλοι τρόμαξαν και έπεσαν κάτω, ο Παύλος άκουσε φωνή από τον ουρανό να του λέει: ‘Σαούλ, Σαούλ γιατί με διώκεις;’ Ο Παύλος ρώτησε ποιος είναι και ο Κύριος του είπε ότι είναι ο Ιησούς και ότι θα τον κάνει υπηρέτη Του, για να μιλήσει στα έθνη που θα αποσταλεί, για όσα είδε και όσα μέλλει να του δείξει, έτσι ώστε  να επιστρέψουν από το σκοτάδι στο φως. Ο Παύλος δεν απείθησε στην ουράνια οπτασία, αλλά αμέσως άρχισε να  κηρύττει στους ανθρώπους για τον Ιησού, αρχικά στη Δαμασκό, στην Ιερουσαλήμ, στη γη της Ιουδαίας και έπειτα στα έθνη, προτρέποντάς τους να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στο Θεό πράττοντας έργα άξια μετανοίας. Δεν έλεγε τίποτε περισσότερο εκτός από εκείνα που είχαν προφητεύσει ο Μωϋσής και οι προφήτες, ότι δηλαδή ο Χριστός έπαθε πάνω στο σταυρό του Γολγοθά, πληρώνοντας για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων και αναστήθηκε σαν αναμάρτητος για να δικαιώσει όσους πιστέψουν σ’ Αυτόν.(Πράξεις,κς΄:1-23).
Ο απόστολος Παύλος ήταν ένας διώκτης της εκκλησίας του Χριστού. Βασάνιζε τους μαθητές, τους έβαζε σε φυλακή, τους ανάγκαζε να βλαστημήσουν και ήταν σύμφωνος και στο να φονευθούν. Όλα αυτά λόγω της θρησκείας του, γιατί νόμιζε ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Όταν όμως ο Κύριος του φανερώθηκε και κατάλαβε ποιος είναι ο Ιησούς, μετάνιωσε για όλα τα άσχημα που έκανε, αναγεννήθηκε, βαπτίστηκε στο νερό, έγινε μαθητής και απόστολος του Χριστού και μέχρι που πέθανε με μαρτυρικό θάνατο,  για το όνομα του Ιησού Χριστού. Ο Θεός έκανε χάρη σε έναν τέτοιο άνθρωπο, που μόνο κακία είχε στην καρδιά του και τον έκανε ένα νέο άνθρωπο, αναγεννημένο από Αυτόν, χωρίς κακία και μίσος.
Αυτό που ο Θεός έκανε στο Παύλο μπορεί να το κάνει και σε οποιονδήποτε πιστέψει σήμερα. Ο ίδιος ο Παύλος αναφέρει: «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον διά να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ•  αλλά διά τούτο ηλεήθην, διά να δείξη ο Ιησούς Χριστός εις εμέ πρώτον την πάσαν μακροθυμίαν, εις παράδειγμα των μελλόντων να πιστεύωσιν εις αυτόν εις ζωήν αιώνιον (Α΄Τιμοθ.,α΄:15,16). Συνεπώς οποιοσδήποτε άνθρωπος, όσο αμαρτωλός και αν είναι, όταν μετανοήσει, και δεχθεί  τον Ιησού Χριστό στη ζωή του, τότε ο Θεός τον αναγεννάει με τη δύναμη του λόγου και δια του Αγίου Πνεύματος και του δίνει αιώνια ζωή.
Αυτά τα Χριστούγεννα ας μη περάσουν ανούσια, αλλά αν δεν το έχουμε κάνει μέχρι τώρα, ας γίνουν αφορμή να γνωρίσουμε το Χριστό σαν Σωτήρα. Να πάρουμε ένα Ευαγγέλιο στα χέρια μας και να ζητήσουμε ο Θεός να μας αναγεννήσει και να γράψει το όνομά μας στο βιβλίο της ζωής. Μόνο τότε θα γιορτάζουμε ουσιαστικά τα προσωπικά μας Χριστούγεννα. Αμήν!

 


«Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη και να λέγει, Μετανοείτε∙ διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθαίος, δ΄:17)
Ο Κύριος Ιησούς όπως γνωρίζουμε ήρθε για την σωτηρία του κόσμου και άρχισε το κήρυγμά του, απευθύνοντας στους ανθρώπους που τον άκουγαν μια έκκληση για μετάνοια. Η μετάνοια που θέλει ο Κύριος είναι να παραδεχθούμε ότι η ζωή που κάνουμε μακριά απ’ Αυτόν οδηγεί στην απώλεια και να πάρουμε απόφαση να Τον πλησιάσουμε, διότι ο Θεός δεν είναι ένας αυστηρός κριτής, αλλά ένας αγαθός πατέρας που μας σπλαχνίζεται και  θέλει να ζήσουμε αιώνια μαζί Του.  Θέλει να Τον πλησιάζουμε με παρρησία  και αγάπη, επειδή αυτός είναι αγάπη (Α΄ Ιωάννου, δ΄:8) και να μην έχουμε στο νου μας ότι δεν μας δέχεται επειδή πέφτουμε σε αμαρτίες. 
Πολλοί τελώνες και αμαρτωλοί πλησίαζαν τον Κύριο και οι Φαρισαίοι που ήταν σκληρόκαρδοι, ρώτησαν τους μαθητές του Κυρίου:
«Δια τι ο διδάσκαλός σας τρώγει μετά των τελωνών και αμαρτωλών;» (Ματθαίος,θ΄:11). Επειδή ο Κύριος τους άκουσε, είπε: «… Δεν έχουσι χρείαν ιατρού οι υγιαίνοντες, αλλ’ οι πάσχοντες. Υπάγετε δε και μάθετε τι είναι, “Έλεον θέλω, και ουχί θυσίαν∙” διότι δεν ήλθον δια να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθαίος,θ΄:12-13). Οι Φαρισαίοι δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους αμαρτωλούς, ενώ οι τελώνες και οι λοιποί αμαρτωλοί είχαν επίγνωση της κατάστασής τους και πλησίαζαν τον Κύριο για να βρουν έλεος.  Ο Κύριος δεν είναι κοντά σε αυτούς που θεωρούν τον εαυτό τους ‘υγιή’ και αναμάρτητο, αλλά είναι κοντά σε αυτούς που αισθάνονται και παραδέχονται τον εαυτό τους αμαρτωλό και πλησιάζουν σ’ Αυτόν για να συγχωρεθούν. Αυτό φαίνεται καθαρά στην παραβολή του τελώνη και Φαρισαίου που Κύριος Ιησούς είπε για αυτούς που νόμιζαν ότι ήταν δίκαιοι και καταφρονούσαν τους άλλους ,την οποία αναφέρουμε: «Άνθρωποι δυο ανέβησαν εις το ιερόν δια να προσευχηθώσιν∙ ο εις Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προσηύχετο καθ’ εαυτόν ταύτα∙ Ευχαριστώ σοι, Θεέ, ότι δεν είμαι καθώς οι λοιποί άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και καθώς ούτος ο τελώνης. Νηστεύω δις της εβδομάδος, αποδεκατίζω πάντα όσα έχω. Και ο τελώνης μακρόθεν ιστάμενος δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώση εις τον ουρανόν, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων, Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Σας λέγω, Κατέβη ούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωμένος μάλλον παρά εκείνος∙ διότι πας ο υψών εαυτόν, θέλει ταπεινωθή∙ ο δε ταπεινών εαυτόν, θέλει υψωθή» (Λουκάς,ιη΄:10-14). 
Ο Φαρισαίος καυχιόταν στα καλά του έργα και το χειρότερο καταφρόνησε τον τελώνη, νομίζοντας έτσι ότι ήταν σωστός ενώπιον του Θεού. Από την άλλη, ο τελώνης αισθανόταν συντετριμμένος, έχοντας επίγνωση της αμαρτωλότητάς του. Ο Θεός δεν θέλει να καυχιόμαστε στα καλά μας έργα, ούτε να υποτιμάμε τους συνανθρώπους ή τους αδελφούς μας στην εκκλησία, αλλά να είμαστε ταπεινοί ζητώντας συγχώρεση  από τον Κύριο για όσες αμαρτίες πράττουμε. Στον προφήτη Ησαΐα αναφέρεται:
«… εις τίνα λοιπόν θέλω επιβλέψει; εις τον πτωχόν, και συντετριμμένον το πνεύμα, και τρέμοντα τον λόγον μου» (Ησαΐας, ξς΄:2).
Όλα αυτά που διαβάζουμε δεν είναι τυχαία. Όλοι λίγο ή πολύ στην απροσεξία μας μπορεί να συμπεριφερθούμε σαν Φαρισαίοι. Αν όχι με τα λόγια, μπορεί με τις σκέψεις μας να καυχιόμαστε για τα καλά μας έργα ή να κατακρίνουμε τον αδελφό ή την αδελφή μας στην εκκλησία ή οποιονδήποτε, για κάποιο λάθος που έκανε. Αυτό αν κάνουμε, στην ουσία σημαίνει έλλειψη αγάπης εκ μέρους μας και πνευματική πτώση που δεν έχουμε συνειδητοποιήσει. Επειδή ο Θεός μας αγαπά, μας ελέγχει για τα λάθη μας, είτε δια του Πνεύματος του Αγίου είτε με τους εργάτες που έχει θέσει στην εκκλησία Του. Αν αγαπάμε τον Θεό και τα αδέλφια μας, θα παραδεχτούμε τα λάθη μας, θα μετανοήσουμε και θα ζητήσουμε συγγνώμη. Όταν μετανοούμε ειλικρινά και ζητάμε συγγνώμη από τον Θεό, αλλά και από όσους βλάψαμε, ο Θεός μας συγχωρεί, σύμφωνα με το γραμμένο
«Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος, ώστε να συγχωρήση εις ημάς τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» (Α΄ Ιωάννου, α΄: 9).
Η ζωή εν Χριστώ, για να είναι καρποφόρα απαιτείται μια διαρκής πνευματική επαφή με τον Χριστό και τον λόγο Του, μιας και ο ίδιος είπε:
‘Εγώ είμαι η άμπελος, σεις τα κλήματα. Ο μένων εν εμοί και εγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, διότι χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν’ (Ιωάννης, ιε΄:5). Συνεπώς εναπόκειται στον κάθε αναγεννημένο χριστιανό να κρατά αυτή την αδιάλειπτη επαφή με τον Κύριο μέσω της προσευχής, της μελέτης του λόγου και μέσω της συμμετοχής του στις λειτουργίες της εκκλησίας, όπως έκαναν τα πρώτα αδέλφια μας που ‘ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων και εν τη κοινωνία και εν τη κλάσει του άρτου (Θεία Κοινωνία) και εν ταις προσευχαις’.(Πράξεις,β΄:22)
Ο Κύριος θέλει να παραλάβει μια αγία και άμωμη εκκλησία. Έτσι αυτό που όλοι οι πιστοί έχουμε να κάνουμε, είναι να κοιτάξουμε τον αγιασμό μας  και την πνευματική μας οικοδομή για να κατοικήσει ο Χριστός πλουσίως μέσα μας, ώστε να φθάσει ο καθένας μας να πει, όπως ο απόστολος Παύλος,
‘ζω δε ουχί πλέον εγώ, αλλ' ο Χριστός ζη εν εμοί’(Γαλάτας, β΄:20). Βέβαια όσο βρισκόμαστε στο φθαρτό μας σκήνωμα, θα ισχύει το ‘Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν δεν έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια δεν είναι εν ημίν. (Α΄ Ιωάννου, α΄: 8), γι’ αυτό  καλό είναι κάθε μέρα να ζητάμε από τον Κύριο να μας συγχωρεί, εφόσον και εμείς θα συγχωρούμε όσους μας βλάπτουν. 
Στη συνέχεια αναφέρουμε κάποιες συμβουλές που ο λόγος του Θεού γράφει σχετικά με τον αγιασμό:
«Ενδύθητε λοιπόν, ως εκλεκτοί του Θεού, άγιοι και ηγαπημένοι, σπλάγχνα οικτιρμών, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν∙ υποφέροντες αλλήλους, και συγχωρούντες εις αλλήλους, εάν τις έχη παράπονον κατά τινός∙ καθώς και ο Χριστός συνεχώρησεν εις εσάς, ούτω και σεις. Και εν πάσι τούτοις, ενδύθητε την αγάπην, ήτις είναι σύνδεσμος της τελειότητος. Και η ειρήνη του Θεού ας βασιλεύη εν ταις καρδίαις υμών, εις την οποίαν και προσεκλήθητε εις εν σώμα∙ και γίνεσθε ευγνόμωνες. Ο λόγος του Χριστού ας κατοική εν υμίν πλουσίως, μετά πάσης σοφίας∙ διδάσκοντες και νουθετούντες αλλήλους με ψαλμούς και ύμνους και ωδάς πνευματικάς, εν χάριτι ψάλλοντες εκ της καρδίας υμών προς τον Κύριον. Και παν ό,τι αν πράττητε εν λόγω ή εν έργω, πάντα εν τω ονόματι του Κυρίου Ιησού πράττετε, ευχαριστούντες δι’ αυτού τον Θεόν και Πατέρα» (Κολοσσαείς,γ΄:12-17).
Συνοψίζοντας λέμε ας μείνουμε στον Χριστό και θα δούμε καρπό στη ζωή μας. Βέβαια στη περίπτωση που είμαστε σε πτώση, καλό είναι να μετανοήσουμε, να λυπηθούμε κατά Θεό, διότι η κατά Θεό λύπη γεννά μετάνοια προς σωτηρία αμεταμέλητο (Β΄ Κορινθίους, ζ΄:10) και να επιστρέψουμε στον Κύριο. Ας κοιτάξουμε να φαίνεται ο Χριστός στη ζωή μας, με το να έχουμε ανυπόκριτη  αγάπη προς τα αδέλφια μας εν Χριστώ πρώτα και έπειτα προς τους άλλους, ακόμα και προς τους εχθρούς μας. Μετάνοια και επιστροφή λοιπόν και ο Χριστός θα μας ανορθώσει και θα μας γεμίσει με την αγάπη Του. Αμήν!

 
Περισσότερα Άρθρα...

Άξιος είσαι, Κύριε, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν, διότι συ έκτισας τα πάντα, και διά το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν. (Αποκάλυψις Ιωάννου δ' 11)